Πρώτες ενθυμήσεις , ανάλυση
Θέμα του αποσπάσματος:
Η συγγραφέας περιγράφει την εικόνα της πατρικής μορφής, όπως αυτή χαράχτηκε στη μνήμη και τη συνείδηση της κόρης. Ταυτόχρονα δηλώνονται και τα αντιφατικά συναισθήματα της κόρης :ο φόβος και ο θαυμασμός για την γοητευτική παρουσία και δίκαιη συμπεριφορά του πατέρα.
Δομή του κειμένου:
1η ενότητα:«Τον πατέρα… μεγάλη αγάπη της ζωής μου» .Η μορφή και η συμπεριφορά του πατέρα καθώς και τα συναισθήματα που ενέπνεε στον κόσμο.
2η ενότητα: <<θυμούμαι μια μέρα.. μα θεότης». Η λεπτομέρεια της καθημερινότητας που απέδειξε την ψυχική ανωτερότητα του πατέρα.
Η παρουσίαση του πατέρα(μέσα από την περιγραφή και τα σχόλια της κόρης, αλλά και μέσα από τις πράξεις του): Δίνεται η συνολική εικόνα με σχόλια όπως επιβλητική παρουσία, μεγαλείο, ομορφιά ,το ψηλό δεμένο αλλά λεπτό κορμί του
Στη συνέχεια δίνονται τα χαρακτηριστικά του προσώπου του: πυκνά, σγουρά μαύρα μαλλιά του, τα γένια του ,τα μεγάλα αμυγδαλωτά μάτια του.
Ο χαρακτήρας του πατέρα: Απρόσιτος «ως το τέλος της ζωής του μου έμεινε θεότης απλησίαστος».
Βίαιος και θυμώδης(αυτός που θυμώνει εύκολα):θυμούμαι… την βία να εξαφανιστούμε, μη μας βρει καμιάν αιτία για κατσάδα ή μπάτσο. Μας μπάτσιζε ο πατέρας κάποτε
Αυθαίρετος και κοτζάμπασης(αυταρχικός): Εκείνο που ήθελε το ήθελε και το επέβαλλε. Διέταζε. Και οι άλλοι υπήκουαν. Επιβάλλουνταν. Και οι άλλοι υποχωρούσαν. Ήταν αφέντης. Κάποτε τύραννος.
Τυραννικός: Μου επιβλήθηκε πάντα και με τυράννησε, ξέροντας και μην ξέροντας. Και ως το τέλος βάρυνε η θέληση και η τυραννία του στη ζωή μου.
Ευγενικός: Μα ήταν βαθιά ευγενής
Έντιμος και ακέραιος χαρακτήρας: Και ήταν τίμιος στη σκέψη όσο και στις δοσοληψίες
Ειλικρινής ,υπερήφανος ίσιος, αλύγιστος
Ευσυνείδητος: αμείλικτος στο ζήτημα συνείδηση
Γενναιόδωρος και με κατανόηση για τους άλλους: «Ωχ, καημένη γυναίκα! Πώς θα ζήσει και αυτός, αν δεν πληρώσεις τον κόπο του και τον καιρό του;»
Τα συναισθήματα της αφηγήτριας: "ο αυτοβιογραφικός μονόλογος της Πηνελόπης Δέλτα φανερώνει περισσότερα για το δικό της τραυματισμένο ψυχισμό παρά για την προσωπικότητα και τη συμπεριφορά των προσώπων για τα οποία γίνεται λόγος".
Δύο αντίρροπες οπτικές αναπτύσσονται παράλληλα για να συνθέσουν την εικόνα της μυθικής μορφής του πατέρα:
ο φόβος( τον φοβούμαστε πάρα πολύ, τον τρέμαμε) για την τυραννική και αυταρχική μορφή του πατέρα που συχνά δημιουργεί το αίσθημα της ντροπής, του εξευτελισμού καθώς και ο θαυμασμός για την επιβλητική παρουσία και την εντιμότητα και ακεραιότητα του χαρακτήρα του όπως φάνηκε στο περιστατικό με το στρειδά ( «Ωχ, καημένη γυναίκα! Πώς θα ζήσει και αυτός, αν δεν πληρώσεις τον κόπο του και τον καιρό του;», καλόβουλα είπε ο πατέρας).
Το περιστατικό αυτό αποτέλεσε μάθημα ανθρωπιάς, τη δίδαξε ότι δεν πρέπει να κοιτάμε μόνο το δικό μας συμφέρον και μάλιστα σε βάρος του άλλου που δίνει τον αγώνα του μεροκάματου αλλά να νοιώθουμε την ανάγκη του άλλου να ζήσει, να βγάλει το ψωμί του, να πληρωθεί η εργασία του κατά την αξία της.
Το περιστατικό από την καθημερινότητα της παιδικής ηλικίας της αφηγήτριας εγγράφεται στη συνείδησή της ως αδιάσειστο τεκμήριο της ηθικής ανωτερότητας του πατέρα της, στοιχείο που τον αναδεικνύει σε θεότητα απλησίαστη, την τελευταία μεγάλη αγάπη της ζωής της. Μέσα της συνυπάρχει η μεγάλη αγάπη, η λατρεία, μαζί με την παραδοχή της βαριάς τυραννίας του πατέρα στη ζωή της κόρης, αλλά πάνω απ´ όλα η ανάγκη να φανερώσει τον δικό της τραυματισμένο ψυχισμό.
Το ξύλο ως παιδαγωγικό μέσο: Οι γονείς θεωρούσαν ότι το ξύλο και ο συνακόλουθος πόνος που προκαλεί θα μπορούσε να νουθετήσει τα παιδιά τους διδάσκοντας το καλό και αποτρέποντας τα από το κακό. Η σωματική τιμωρία ήταν συχνή τόσο στο σπίτι όσο και στο σχολείο από τους δασκάλους.
Η αφηγήτρια και τα αδέλφια της δέχονται το ξύλο από τη μητέρα ως κάτι αυτονόητο χωρίς να δυσανασχετούν και χωρίς να επηρεάζονται τα συναισθήματα τους απέναντί της (η μητέρα, που ζούσε στο σπίτι μας τιμωρούσε συχνότερα και ευκολότερα)
Τα συναισθήματα που προκαλούσε το ξύλο που έδινε ο πατέρας ήταν πολύ διαφορετικά (Οι μπάτσοι στο πρόσωπο ήταν συχνοί, δίνουνταν εύκολα και θυμούμαι ακόμα τώρα το αίσθημα της ντροπής, του εξευτελισμού, όσο και της ζάλης που ακολουθούσε κάθε μπατσιά, που πηγαινοέφερνε το μυαλό μας).
Αφηγηματικές τεχνικές:
Στην «αυτοβιογραφία» ο συγγραφέας, ο αφηγητής, ο πρωταγωνιστής συμπίπτουν.
Ο αφηγητής είναι πρωτοπρόσωπος (αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο), ομοδιηγητικός, δραματοποιημένος (συμμετέχει στα γεγονότα που αφηγείται).
Η εστίαση είναι εσωτερική(αφηγητής = πρόσωπα).
Η πρόσληψη των γεγονότων γίνεται από την παιδική συνείδηση και η καταγραφή τους από την ώριμη συγγραφέα και έτσι η αφήγηση αποτελεί αναδρομή στο παρελθόν(Θυμούμαι την επιβλητική του παρουσία….. Θυμούμαι μια μέρα….)
Η αφήγηση είναι γεμάτη σχόλια και αξιολογικές κρίσεις(Ήταν αφέντης. Κάποτε τύραννος. Μα ήταν βαθιά ευγενής) καθώς και πολλά περιγραφικά στοιχεία(λεπτό κορμί, σγουρά μαλλιά κ.ά.).
Οι χρόνοι της αφήγησης είναι παρελθοντικοί. Στη 1η ενότητα χρησιμοποιείται κυρίως ο Παρατατικός (δείχνει την επανάληψη κατά το παρελθόν, ν φορές στηνΙστορία,1 φορά στην αφήγηση, θαμιστική αφήγηση).Στη 2η ενότητα στο περιστατικό με το στρειδά, χρησιμοποιείται ο Αόριστος (το μοναδικό γεγονός: μέτρησε, της είπε, ήταν)
Η ενσωμάτωση των λόγων του πατέρα στο τέλος της 1ης παραγράφου(Έ,κάτι εδώ;….)προσθέτει ζωντάνια και δραματικότητα στην αφήγηση.
Στη 2η ενότητα η αφήγηση δίνει τη θέση της στο ζωντανό και παραστατικό διάλογο του πατέρα με τη μητέρα
«Τον πλήρωσες;», ρώτησε η μητέρα, σαν μπήκαμε στην τραπεζαρία...«Ωχ, καημένη γυναίκα! Πώς θα ζήσει και αυτός, αν δεν πληρώσεις τον κόπο του και τον καιρό του;», καλόβουλα είπε ο πατέρας.
Αναφορικά με το χώρο δεν έχουμε συγκεκριμένες αναφορές παρά μόνο στην αρχή του αποσπάσματος(«σαν έμπαινε στο σπίτι»)και στη 2η ενότητα ( «στο καινούριο,δικό μας σπίτι»)
Ως προς το χρόνο των γεγονότων: είναι αόριστα η παιδική ηλικία της Πηνελόπης Δέλτα. Υπάρχει μια χρονική μετατόπιση στο τέλος της 2ης ενότητας (Αργότερα τον γνώρισα και τον εξετίμησα. Ως το τέλος της ζωής του μου έμεινε θεότης απλησίαστος) όπου τα συγκεκριμένα σχόλια δείχνουν να διατρέχουν ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, μεταγενέστερο από τα παιδικά χρόνια της ηρωίδας.
Γλώσσα του κειμένου:
Συχνή εναλλαγή επαυξημένων και σύνθετων προτάσεων με κοφτές ή ελλειπτικές προτάσεις:O πατέρας ήταν βίαιος, θυμώδης*, αυθαίρετος, κοτζάμπασης*. Διέταζε.Και οι άλλοι υπήκουαν. Και οι άλλοι υποχωρούσαν.
Η έναρξη αρκετών προτάσεων με το και (προσθήκη) δημιουργεί ιδιαίτερο ύφος: Και ήταν ειλικρινής, και ήταν υπερήφανος, ίσιος, αλύγιστος, αμείλικτος στο ζήτημα «συνείδηση». Και ως το τέλος βάρυνε η θέληση και η τυραννία του στη ζωή μου. Και όμως έμεινε η τελευταία μεγάλη αγάπη της ζωής μου. Και αφού γέμισε η πιατέλα, τα μέτρησε ο πατέρας, μέτρησε πόσα είχε φάγει και του τα πλήρωσε έξι γροσάκια* τη δωδεκάδα, αντί τέσσερα που τα πλήρωναν άλλη φορά. Και λάτρεψα τον πατέρα μου σαν κάτι ανώτερο
Σχήματα λόγου(ενδεικτικά):
Παρομοιώσεις: Σαν λατρεία, σαν θρησκεία, σαν κάτι ανώτερο
Το ασύνδετο: υπερήφανος, ίσιος, αλύγιστος, αμείλικτος.
http://kapnogym.blogspot.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου