Επίθετα Γ κλίσης
Κλίση επιθέτων
ΤΡΙΤΟΚΛΙΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ
Τα τριτόκλιτα επίθετα διαιρούνται κατά το χαρακτήρα τους, όπως και τα ουσιαστικά, σε φωνηεντόληκτα και συμφωνόληκτα
Φωνηεντόληκτα επίθετα της γ΄ κλίσης
(θ. βαθυ-, βαθε-) (θ. θηλυ-, θηλε-)
Ενικός αριθμός ον.γεν.δοτ.αιτ.κλ. βαθὺ-ςβαθέ-οςβαθεῖβαθὺ-νβαθὺ βαθεῖαβαθείαςβαθείᾳβαθεῖανβαθεῖα βαθὺβαθέ-οςβαθεῖβαθὺβαθὺ θῆλυ-ςθήλε-οςθήλειθῆλυ-νθῆλυ θήλειᾰθηλείαςθηλείᾳθήλειᾰνθήλειᾰ θῆλυθήλε-οςθήλειθῆλυθῆλυ Πληθυντικός αριθμός ον.γεν.δοτ.αιτ.κλ. βαθεῖςβαθέ-ωνβαθέ-σιβαθεῖςβαθεῖς βαθεῖαιβαθειῶνβαθείαιςβαθείαςβαθεῖαι βαθέ-αβαθέ-ωνβαθέ-σιβαθέ-αβαθέ-α θήλειςθηλέ-ωνθήλε-σιθήλειςθήλεις θήλειαιθηλειῶνθηλείαιςθηλείαςθήλειαι θήλε-αθηλέ-ωνθήλε-σιθήλε-αθήλε-α Παρατηρήσεις
Τα τριτόκλιτα επίθετα σε -υς,-εια, -υ:
1) στο αρσεν. (και στο ουδέτερο) είναι γενικώς οξύτονα: βαθύς, βαρύς, βραδύς, γλυκύς, δασύς, εὐθύς, εὐρύς, ἡδύς, θρασύς, ὀξύς, παχύς, ταχύς, τραχύς κ.ά.· βαρύτονα είναι μόνο το θῆλυς, θήλεια, θῆλυ και το ἥμισυς, ἡμίσεια, ἥμισυ (γεν. του ἡμίσεος, τῆς ἡμισείας, τοῦ ἡμίσεος κτλ.)·2) παρουσιάζονται με δύο θέματα: το ένα σε -υ, από το οποίο σχηματίζονται η ονομαστ., αιτιατ. και κλητ. του ενικού του αρσεν. και του ουδετέρου, και το άλλο σε -ε, από το οποίο σχηματίζονται όλες οι άλλες πτώσεις·3) συναιρούν το χαρακτήρα ε με το ακόλουθο ε ή ι σε ει· το ἥμισυς συναιρεί πολλές φορές και το ε+α στο τέλος του ουδετέρου σε -η: τὰ ἡμίσεα και τὰ ἡμίση.4) την κλητ. του ενικού του αρσεν. τη σχηματίζουν χωρίς κατάληξη -ς (ὦ βαθύ, ὦ ταχύ, ὦ θῆλυ, ὦ ἥμισυ) και την αιτιατ. του πληθ. όμοια με την ονομαστική (τοὺς βαθεῖς, τοὺς ταχεῖς· τοὺς πήχεις).5) το θηλυκό το σχηματίζουν με την κατάληξη -jα: βαθέ-jα, όπου το ε+j συναιρείται σε -ει: βαθεῖα.
Συμφωνόληκτα επίθετα της γ΄ κλίσηςI. Αφωνόληκταα) Τρικατάληκτα1. Σε -ας, -ασα, -αν(θ. παντ-)
Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός ον.γεν.δοτ.αιτ.κλ. πᾶςπαντ-ὸςπαντ-ὶπάντ-απᾶς πᾶσαπάσηςπάσῃπᾶσανπᾶσα πᾶνπαντ-ὸςπαντ-ὶπᾶνπᾶν πάντ-εςπάντ-ωνπᾶσιπάντ-αςπάντ-ες πᾶσαιπασῶνπάσαιςπάσαςπᾶσαι πάντ-απάντ-ωνπᾶσιπάντ-απάντ-α Όμοια κλίνονται: ἅπας, ἅπασα, ἅπαν· σύμπας, σύμπασα, σύμπαν· ἁπαξάπας, ἁπαξάπασα, ἁπαξάπαν.2. Σε -εις, -εσσα, -εν(θ. χαριεντ-, χαριετ-)
Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός ον.γεν.δοτ.αιτ.κλ. χαρίειςχαρίεντ-οςχαρίεντ-ιχαρίεντ-αχαρίεν χαρίεσσαχαριέσσηςχαριέσσῃχαρίεσσανχαρίεσσα χαρίενχαρίεντ-οςχαρίεντ-ιχαρίενχαρίεν χαρίεντ-εςχαριέντ-ωνχαρίεσιχαρίεντ-αςχαρίεντ-ες χαρίεσσαιχαριεσσῶνχαριέσσαιςχαριέσσαςχαρίεσσαι χαρίεντ-αχαριέντ-ωνχαρίεσιχαρίεντ-αχαρίεντ-α 3 Σε -ων, -ουσα, -ον(θ. ἀκοντ-)
Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός ον.γεν.δοτ.αιτ.κλ. ἄκωνἄκοντ-οςἄκοντ-ιἄκοντ-αἆκον ἄκουσαἀκούσηςἀκούσῃἄκουσανἄκουσα ἆκονἄκοντ-οςἄκοντ-ιἆκονἆκον ἄκοντ-εςἀκόντ-ωνἄκουσιἄκοντ-αςἄκοντ-ες ἄκουσαιἀκουσῶνἀκούσαιςἀκούσαςἄκουσαι ἄκοντ-αἀκόντ-ωνἄκουσιἄκοντ-αἄκοντ-α Κατά το ἄκων (= μη θέλοντας, ακούσιος) κλίνεται και το ἑκών, ἑκοῦσα, ἑκὸν (= θέλοντας, εκούσιος), γεν. ἑκόντ-ος, ἑκούσης, ἑκόντ-ος κτλ.β) ΔικατάληκταΜερικά αφωνόληκτα επίθετα της γ΄ κλίσης είναι δικατάληκτα με τρία γένη. Αυτά είναι σύνθετα με β΄ συνθετικό ουσιαστικό τριτόκλιτο αφωνόληκτο (χάρις, ἐλπίς, πούς, ὀδούς κ.ά) και κλίνονται συνήθως όπως το β΄ συνθετικό τους:1) ὁ, ἡ εὔχαρις, τὸ εὔχαρι· γεν. εὐχάριτ-ος· δοτ. εὐχάριτ-ι· αιτ. τόν, τὴν εὔχαρι-ν, τὸ εΰχαρι — οἱ, αἱ εὐχάριτ-ες, τὰ εὐχάριτ-α· γεν. τῶν εὐχαρίτ-ων· δοτ. εὐχάρι-σι κτλ.·2) ὁ, ἡ εὔελπις, τὸ εὔελπι· γεν. εὐέλπιδ-ος· δοτ. εὐέλπιδ-ι· αιτ. τόν, τὴν εὔελπι-ν, τὸ εὔελπι· κλ. αρσ. και θηλ. ὦ εὔελπις, ουδ. ὦ εὔελπι· οἱ, αἱ εὐέλπιδ-ες, τὰ εὐέλπιδ-α· γεν. τῶν εὐελπίδ-ων, δοτ. τοῖς εὐέλπι-σι κτλ.·3) ὁ, ἡ δίπους, τὸ δίπουν· γεν. δίποδ-ος· δοτ. δίποδ-ι· αιτ. τόν, τὴν δίποδ-α (και δίπουν), τὸ δίπουν· κλ. αρσ. και θηλ. ὦ δίπους, ουδ. ὦ δίπου· οἱ, αἱ δίποδες, τὰ δίποδ-α· γεν. τῶν διπόδ-ων· δοτ. δίποσι κτλ.·4) ὁ, ἡ μονόδους, τὸ μονόδουν· γεν. μονόδοντ-ος· δοτ. μονόδοντ-ι· αιτ. τόν, τὴν μονόδοντ-α, τὸ μονόδουν κτλ. — οἱ, αἱ μονόδοντ-ες, τὰ μονόδοντ-α· γεν. τῶν μονοδόντ-ων· δοτ. μονόδουσι κτλ.Όμοια κλίνονται: ἄχαρις, ἄπελπις, φέρελπις, ἄπους, μονόπους, τρίπους κτλ.γ) Μονοκατάληκτα (με δύο γένη)Μερικά αφωνόληκτα επίθετα της γ΄ κλίσης, απλά ή σύνθετα, είναι μονοκατάληκτα με δύο γένη. Αυτά κλίνονται όπως τα αντίστοιχα ουσιαστικά της γ΄ κλίσης:ὁ, ἡ βλάξ, γεν. βλακ-ὸς κτλ.· ὁ, ἡ κόλαξ, γεν. κόλακ-ος κτλ.· ὁ, ἡ ἅρπαξ, γεν. ἅρπαγ-ος κτλ.·ὁ, ἡ μιγάς, γεν. μιγάδ-ος κτλ.· ὁ, ἡ φυγάς, γεν. φυγάδ-ος κτλ.·ὁ, ἡ ἄπαις, γεν. ἄπαιδ-ος κτλ.· ὁ, ἡ πένης, γεν. πένητ-ος κτλ.· κτλ.).Ενρινόληκτα και υγρόληκταα) Τρικατάληκτα(θ. μελαν-)
Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός ον.γεν.δοτ.αιτ.κλ. μέλαςμέλαν-οςμέλαν-ιμέλαν-αμέλαν μέλαιναμελαίνηςμελαίνῃμέλαινανμέλαινα μέλανμέλαν-οςμέλαν-ιμέλανμέλαν μέλαν-εςμελάν-ωνμέλα-σιμέλαν-αςμέλαν-ες μέλαιναιμελαινῶνμελαίναιςμελαίναςμέλαιναι μέλαν-αμελάν-ωνμέλα-σιμέλαν-αμέλαν-α Όμοια κλίνεται και το επίθετο ὁ τάλας, ἡ τάλαινα, τὸ τάλαν (γεν. τοῦ τάλαν-ος, τῆς ταλαίνης, τοῦ τάλαν-ος κτλ.).ΠαρατηρήσειςΣε όλα τα τριτόκλιτα τρικατάληκτα επίθετα το θηλυκό:1) λήγει σε -α βραχύχρονο: βαθύς, βαθεῖα· πᾶς, πᾶσα· ἑκών, ἑκοῦσα· μέλας, μέλαινᾰ·2) στη γεν. του πληθ. τονίζεται πάντοτε στη λήγουσα: τῶν βαθειῶν, πασῶν, ἑκουσῶν, μελαινῶν .β) Δικατάληκτα(θ. εὐδαιμον-)Ενικός αριθμός
ὁτοῦτῷτὸν ἡτῆςτῇτὴν εὐδαίμωνεὐδαίμον-οςεὐδαίμον-ιεὐδαίμον-αεὔδαιμον τὸτοῦτῷτὸ(ὦ) εὔδαιμονεὐδαίμον-οςεὐδαίμον-ιεὔδαιμονεὔδαιμον (ὦ) Πληθυντικός αριθμός οἱ αἱ εὐδαίμον-εςεὐδαιμόν-ωνεὐδαίμο-σιεὐδαίμον-αςεὐδαίμον-ες τὰτῶντοῖςτὰ(ὦ) εὐδαίμον-αεὐδαιμόν-ωνεὐδαίμο-σιεὐδαίμον-αεὐδαίμον-α τῶν τοῖς ταῖς τοὺς τὰς (ὦ)(θ. σωφρον-)Ενικός αριθμός
ον. ὁ ἡ σώφρωνσώφρον-οςσώφρον-ισώφρον-ασῶφρον τὸ σῶφρονσώφρον-οςσώφρον-ισῶφρονσῶφρον γεν. τοῦ τῆς τοῦ δοτ. τῷ τῇ τῷ αιτ. τὸν τὴν τὸ κλ. (ὦ) (ὦ) Πληθυντικός αριθμός ον. οἱ αἱ σώφρον-εςσωφρόν-ωνσώφρο-σισώφρον-αςσώφρον-ες τὰ σώφρον-ασωφρόν-ωνσώφρο-σισώφρον-ασώφρον-α γεν. τῶν τῶν δοτ. τοῖς ταῖς τοῖς αιτ. τοὺς τὰς τὰ κλ. (ὦ) (ὦ)Όμοια κλίνονται τα επίθετα1)σε-ων,-ον(γεν.ονος): ὁ, ή κακοδαίμων, τὸ κακόδαιμον· ὁ, ἡ ἀγνώμων, τό ἄγνωμον· ὁ, ἡ εὐσχήμων, τὸ εὔσχημον· ὁ, ἡ μεγαλοπράγμων, τὸ μεγαλόπραγμον· ὁ, ἡ ἐλεήμων, τὸ ἐλεῆμον· ὁ, ἡ μνήμων, τὸ μνῆμον· ὁ, ἡ ἄφρων, τὸ ἄφρον· ὁ, ἡ μεγαλόφρων, τὸ μεγαλόφρον κ.ά.·
2) σε -ην, -εν (γεν. -ενος): ὁ, ἡ ἄρρην, τὸ ἄρρεν (γεν. ἄρρενος, δοτ. ἄρρενι, αιτ. τὸν, τὴν ἄρρενα, τὸ ἄρρεν, κλ. ὦ ἄρρεν και για τα τρία γένη· οἱ, αἱ ἄρρενες, τὰ ἄρρενα, γεν. τῶν ἀρρένων, δοτ. τοῖς, ταῖς ἄρρεσι, αιτ. τοὺς, τὰς ἄρρενας, τὰ ἄρρενα, κλ. ὦ ἄρρενες, ὦ ἄρρενα)·3) σε -ωρ, -ορ (γεν. -ορος): ὁ, ἡ ἀπάτωρ, τὸ ἀπάτορ (γεν. ἀπάτορος, δοτ. ἀπάτορι, αιτ. τὸν, τὴν ἀπάτορα, τὸ ἀπάτορ, κλ. ὦ ἀπάτορ και για τα τρία γένη· οἱ, αἱ ἀπάτορες, γεν. τῶν ἀπατόρων, δοτ. ἀπάτορσι, αιτ. τούς, τὰς ἀπάτορας, τὰ ἀπάτορα, κλ. ὦ ἀπάτορες, ὦ ἀπάτορα)· έτσι και ὁ, ἡ ἀμήτωρ, τὸ ἀμῆτορ κ.ά.ΠαρατηρήσειςΤα δικατάληκτα ενρινόληκτα και υγρόληκτα επίθετα της γ΄ κλίσης:1) έχουν αρχικό θέμα σε -ον, -εν, -ορ (εὐδαιμον-, ἀρρεν-, ἀπατορ-), αλλά στην ονομ. του ενικού του αρσεν. και θηλ. δεν παίρνουν κατάληξη και το βραχύχρονο φωνήεν που είναι πριν από το χαρακτήρα το εκτείνουν σε μακρόχρονο, το ο σε ω και το ε σε η: (εὐδαιμον-) εὐδαίμων, (ἀρρεν-) ἄρρην, (ἀπατορ-) ἀπάτωρ·2) έχουν την κλητ. του ενικού όμοια με το αρχικό θέμα: ὦ ἐλεῆμον, ὦ ἄρρεν, ὦ ἀπάτορ .3) όταν είναι σύνθετα σε -ων (γεν. -ονος) κανονικά στην κλητ. του ενικού του αρσεν. και του θηλ. και στην ονομ., αιτιατ. και κλητ. του ενικού του ουδετέρου ανεβάζουν τον τόνο, όχι όμως πιο πάνω από την τελευταία συλλαβή του α΄ συνθετικού: εὐδαίμων, ὦ εὔδαιμον – τὸ εὔδαιμον· εὐγνώμων, ὦ εὔγνωμον – τὸ εὔγνωμον· μεγαλοπράγμων, ὦ μεγαλόπραγμον – τὸ μεγαλόπραγμον (αλλά: μεγαλόφρων, ὦ μεγαλόφρον – τὸ μεγαλόφρον· επίσης και ἀμνήμων, ὦ άμνῆμον – τὸ ἀμνῆμον κ.ά.).Σιγμόληκτα δικατάληκτα (αρσ. και θηλ. σε -ης, ουδ. σε -ες)(θ. ἀληθεσ-)
Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός ον.γεν.δοτ.αιτ.κλ. ὁ ἡτοῦ τῆςτῷ τῇτὸν τὴν(ὦ) ἀληθὴςἀληθοῦςἀληθεῖἀληθῆἀληθὲς τὸτοῦτῷτὸ(ὦ) ἀληθὲςἀληθοῦςἀληθεῖἀληθὲςἀληθὲς οἱ αἱτῶντοῖς ταῖςτοὺς τὰς(ὦ) ἀληθεῖςἀληθῶνἀληθέσιἀληθεῖςἀληθεῖς τὰτῶντοῖςτὰ(ὦ) ἀληθῆἀληθῶνἀληθέσιἀληθῆἀληθῆ (θ. πληρεσ-)
Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός . ὁ ἡτοῦ τῆςτῷ τῇτὸν τὴν(ὦ) πλήρηςπλήρουςπλήρειπλήρηπλῆρες τὸτοῦτῷτὸ(ὦ) πλῆρεςπλήρουςπλήρειπλῆρεςπλῆρες οἱ αἱτῶντοῖς ταῖςτοὺς τὰς(ὦ) πλήρειςπλήρωνπλήρεσιπλήρειςπλήρεις τὰτῶντοῖςτὰ(ὦ) πλήρηπλήρωνπλήρεσιπλήρηπλήρη (θ. συνηθεσ-)
Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός ον.γεν.δοτ.αιτ.κλ. ὁ ἡτοῦ τῆςτῷ τῇτὸν τὴν(ὦ) συνήθηςσυνήθουςσυνήθεισυνήθησύνηθες τὸτοῦτῷτὸ(ὦ) σύνηθεςσυνήθουςσυνήθεισύνηθεςσύνηθες οἱ αἱτῶντοῖς ταῖςτοὺς τὰς(ὦ) συνήθειςσυνήθωνσυνήθεσισυνήθειςσυνήθεις τὰτῶντοῖςτὰ(ὦ) συνήθησυνήθωνσυνήθεσισυνήθησυνήθη Κατά το ἀληθὴς κλίνονται πολλά οξύτονα: ἀγενής, ἀκριβής, ἀσεβής, ἀσθενής, ἀμελής, ἀτυχής, δυστυχής, ἐπιμελής, εὐγενής, εὐσεβής, εὐτυχής, σαφής, ψευδής κ.ά.
Κατά το πλήρης κλίνονται επίθετα: σε -ήρης: ὁ, ἡ μονήρης, τὸ μονῆρες· ὁ, ἡ ξιφήρης, τὸ ξιφῆρες· ὁ, ἡ ποδήρης, τὸ ποδῆρες κ.ά. — σε -ώδης: ὁ, ἡ δυσώδης, τὸ δυσῶδες· ὁ, ἡ εὐώδης, τό εὐῶδες — σε -ώλης: ὁ, ἡ ἐξώλης, τὸ ἐξῶλες (= εντελώς χαμένος)· ὁ, ἡ προώλης, τὸ προῶλες (= από πριν χαμένος, άξιος να χαθεί πριν από την ώρα του)· ὁ, ἡ πανώλης, τὸ πανῶλες (= εντελώς χαμένος· και με ενεργ. σημ.: αυτός που καταστρέφει τα πάντα) κ.ά.
Κατά το συνήθης κλίνονται επίθετα: σε -ήθης: ὁ, ἡ εὐήθης, τὸ εὔηθες (= αγαθός, απλοϊκός, ανόητος)· ὁ, ἡ χρηστοήθης, τὸ χρηστόηθες κ.ά. — σε -έθης: ὁ, ἡ εὐμεγέθης, τό εὐμέγεθες· ὁ, ἡ παμμεγέθης, τὸ παμμέγεθες κ.ά. Επίσης τα επίθετα ὁ, ἡ αὐθάδης, τὸ αὔθαδες· ὁ, ἡ αὐτάρκης, τὸ αὔταρκες κ.ά.ΠαρατηρήσειςΤα σιγμόληκτα επίθετα της γ΄ κλίσης σε -ης, -ες έχουν θέμα σε –εσ-.Στα επίθετα αυτά:1) η ενική ονομαστική του αρσενικού και του θηλ. σχηματίζεται χωρίς κατάληξη, αλλά το βραχύχρονο φων. ε που είναι πριν από το χαρακτήρα εκτείνεται σε η: θ. ἀληθεσ- = ὁ, ἡ ἀληθής· θ. συνηθεσ- = ὁ, ἡ συνήθης· θ. πληρεσ- = ὁ, ἡ πλήρης· όλες οι άλλες πτώσεις και των τριών γενών σχηματίζονται από το θέμα σε -εσ-, αλλά ο χαρακτ. σ ανάμεσα στα δύο φωνήεντα αποβάλλεται, και τα δύο αυτά φωνήεντα συναιρούνται (θ. ἀληθεσ-: ἀληθέσ-ος, ἀληθέ-ος = ἀληθοῦς· θ. συνηθεσ-: συνήθεσ-α συνήθε-α = συνήθη κτλ.2) η ενική κλητική του αρσενικού και του θηλυκού και η ενική ονομαστική, αιτ. και κλητ. του ουδετέρου είναι όμοιες με το θέμα (χωρίς κατάληξη): ὦ ἐπιμελές, τὸ ἐπιμελές·3) η δοτ. του πληθ. σχηματίζεται με απλοποίηση των δύο σ: τοῖς ἀληθέσ-σι - ἀληθέσι
Τα βαρύτονα σιγμόληκτα επίθ. της γ΄ κλίσης σε -ης, -ες:
1) στην ενική κλητ. του αρσενικού και του θηλ. και στην ενική ονομαστ., αιτιατική και κλητ. του ουδετέρου ανεβάζουν τον τόνο (αν είναι υπερδισύλλαβα): ὁ, ἡ συνήθης, ὦ σύνηθες – τὸ σύνηθες· ὁ, ἡ αὐθάδης, ὦ αὔθαδες – τὸ αὔθαδες· όσα όμως λήγουν σε -ώδης, -ώλης, -ήρης: ὁ, ἡ εὐώδης, ὦ εὐῶδες – τὸ εὐῶδες· ὁ, ἡ ἐξώλης, ὦ ἐξῶλες – τὸ έξῶλες· ὁ, ἡ ποδήρης, ὦ ποδῆρες – τὸ ποδῆρες·2) στη γεν. του πληθ. τονίζονται στην παραλήγουσα από αναλογία πρός τη γεν. του ενικού: τῶν συνηθέσ-ων, συνηθέ-ων = συνήθων (όπως τοῦ συνήθους)·
1) Να κλίνεις τα επίθετα:
εὐθύς --εῖα -ὺ
ἅπας, ἅπασα, ἅπαν
ὁ ἡ ἐλεήμων, τὸ ἐλεῆμον
ἀγενής -ές
εὐδαίμων-ον
2) Συμπλήρωσε τον πίνακα με τους τύπους των επιθέτων που ζητούνται:
3) Γράψε τα επίθετα στον τύπο που ζητείται στην παρένθεση
ψευδής, εὐδαίμων
(γεν. εν. και πληθ. θηλ.)
(αιτ. εν. και πληθ. ουδ.)
ἀληθής, σώφρων
(δοτ. εν. και πληθ. αρσ.)
(ονομ. εν. και πληθ. ουδ.)
συνήθης, ἐλεήμων
(γεν. εν. και πληθ. ουδ.)
(αιτ. εν. και πληθ. αρσ.)
4) Συμπλήρωσε τον κατάλληλο τύπο του επιθέτου που δίνεται στην παρένθεση και μετά μετάφερέ τα στον άλλο αριθμό.
(εὐγενής) __________ γείτονα
πχ τόν εὐγενῆ γείτονα τούς εὐγενεῖς γείτονας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου